Της Αθηνάς Πετρακάκη
Η Παναγία του Μέρωνα
Ο π. Μανόλης Βαμιεδάκης στη διήγησή του, ανέφερε στοιχεία για την ιστορία της εκκλησίας ξεκινώντας με όσα αναφέρει η παράδοση: «Πριν από το 1.300 που δεν προσδιορίζεται το χωριό με την ονομασία Μέρωνας, υπήρχαν μικροί οικισμοί όπως του Αγ. Ιωάννη, του Αγ. Γεωργίου, τα Μετόχια και τα Μεριανά στους οποίους υπήρχαν και οι αντίστοιχοι ναοί.
Από τον οικισμό του Αγ. Ιωάννη που βρίσκεται απέναντι, οι κάτοικοι ένα βράδυ είδαν μια παράξενη λάμψη, ένα φως. Αποφάσισαν να πλησιάσουν, αφού το φως επέμενε για κάποια συνεχόμενα βράδια και βρήκαν ότι αυτή η λάμψη προέρχονταν από ένα βάτο στο εσωτερικό του οποίου διέκριναν ένα «σανίδι» που στην αρχή θεώρησαν ότι πρόκειται για πλαστήρι (εργαλείο που πλάθεται το ψωμί). Το «σανίδι» αυτό, το πήραν και το έφεραν στο Αγ. Ιωάννη. Το επόμενο βράδυ προς έκπληξη τους, ανακάλυψαν ότι το «πλαστήρι» είχε επιστρέψει στη θέση του εκπέμποντας και πάλι την ίδια λάμψη. Οι κάτοικοι έβαλαν φωτιά στο βάτο που κάηκε χωρίς όμως το «σανίδι» να καεί μαζί του. Τότε ήταν που διέκριναν ότι το υποτιθέμενο «σανίδι –πλαστήρι» ήταν μια εικόνα της Παναγίας.
Το σκηνικό της μεταφοράς επαναλήφθηκε για μία φορά ακόμα κι έτσι οι κάτοικοι αποφάσισαν να χτίσουν στο σημείο μια εκκλησία και καθώς πίστεψαν πως στο συγκεκριμένο σημείο «μέρεψε» η Χάρη της, το χωριό πήρε το όνομα Μέρωνας.
Από το 1300 εγκαταστάθηκε εκεί ο πολύ γνωστός από τη ιστορική του δράση Αλέξιος Καλλέργης ο οποίος κι έφερε από την Κωνσταντινούπολη αγιογράφους που τοιχογράφησαν την εκκλησία που σήμερα αποτελείται από 3 κλίτη. Το ένα είναι του Αγίου Γεωργίου το άλλο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ενώ το τρίτο των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που είναι μεταγενέστερη προσθήκη, έγινε σύμφωνα με την παράδοση για προσηλυτισμό.
Οι τοιχογραφίες του Ναού, στις οποίες υπάρχει πλήρης αγιοκατάταξη, με το χρόνο καλύφθηκαν από ασβέστη είτε από άγνοια, είτε από φόβο, για την αποφυγή βεβηλώσεων.
Τα τελευταία χρόνια η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων με τη σύμπραξη της ενορίας απεκάλυψε τις τοιχογραφίες και μένει μόνο η αισθητική τους αποκατάσταση.
Ο ναός έχει μέσα πολλές φορητές εικόνες μεγάλης αξίας, με σπουδαιότερη την Παναγία την Οδηγήτρια, η οποία έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις. Τον π. Νοέμβριο έλαβε μέρος στην έκθεση «Χειρ Αγγέλου Ακοτάντου» στο Μουσείο Μπενάκη, όχι γιατί είναι έργο δικό του αλλά γιατί θεωρήθηκε ως πρότυπο ζωγραφικής του Άγγελου Ακοτάντου. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της παραμονής της εκεί χαρακτηρίστηκε τόσο από τους κριτικούς τέχνης όσο και από επισκέπτες ως η Μόνα Λίζα του Βυζαντίου».
Στο σημείο αυτό ο π. Μανώλης διευκρίνισε ότι η εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας δεν πήρε το όνομά της, από τον επιθετικό χαρακτηρισμό της καθοδηγήτριας, αλλά ονομάστηκε έτσι καθώς έχει ζωγραφιστεί στη Μόνη Οδηγών της Κωνσταντινούπολης, και συνέχισε: «Την εικόνα αυτή έκανε δώρο στο ναό της Παναγίας του Μέρωνα ο Αλέξιος Καλλέργης.
Άλλες φορητές εικόνες επίσης σπουδαίες είναι: Η Παναγία του Πάθους, η στέψη της Θεοτόκου, ο Άγιος Γεώργιος ο Κεφαλοφόρος, η ένθρονος Θεοτόκος, το μαρτύριο του Άγιου Ιωάννη του Πρόδρομου κ.α. Οι εικόνες είναι του 14ου και 15 αι, ενώ είναι όλες σε πολύ καλή κατάσταση μετά τη συντήρηση που τους έχει γίνει.
Πρόσφατα έγινε και μία ανασκαφή στο δάπεδο του ναού όπου βρέθηκαν 13 τάφοι και ένας ιδιαίτερα προσεγμένος που πιστεύεται να είναι και ο τάφος του κτήτορα Αλέξιου, καθώς έτσι συνηθίζονταν, ο οποίος όπως βρέθηκε συλημένος».

Επιβεβαίωση με τη μέθοδο του άνθρακα 14
Ο π. Μανώλης με ιδιαίτερη ικανοποίηση και χαρά αναφέρθηκε στα αποτελέσματα της μεθόδου του άνθρακα 14 όσον αφορά, στην πιστοποίηση που έλαβε από το Ερευνητικό Κέντρο Δημόκριτος, για την αυθεντικότητα της πρώτης εκείνης εικόνας, που η παράδοση τη θέλει να είχε βρεθεί μέσα σε βάτο. «Υπάρχει και φυλάσσεται στο ναό η εικόνα που κατά την παράδοση ήταν η αφορμή να χτιστεί ο ναός, η οποία όμως σήμερα, δε φέρει καμιά παράσταση. Πρόκειται για μια εικόνα που ονομάστηκε λιτανείας καθώς καταλήγει σε ένα άκρο από το οποίο μπορεί να κρατηθεί, τόνισε και συνέχισε:
«Ένα χρόνο πριν, εστάλη ένα κομμάτι από την εικόνα και συγκεκριμένα αυτό που υπέδειξε το Ερευνητικό Κέντρο Δημόκριτος και εξετάστηκε με την γνώση μέθοδο χρονολόγησης του άνθρακα 14. Η απάντηση που επιβεβαιώνει περίτρανα την παράδοση λέει, ότι το κομμάτι αυτό (του ξύλου που εστάλη) χρονολογείται από το 1.240 με απόκλιση 30 χρόνων πάνω ή κάτω» και πρόσθεσε: «Πάνω στην εικόνα έγινε ένα είδος ακτινογραφίας, που βεβαιώνει ότι υπάρχει υπόστρωμα που δείχνει ότι αυτό το κενό σήμερα ξύλο, ήταν ζωγραφισμένο».
Μάλιστα όπως μας είπε ο π. Μανώλης, με μία σύγχρονη μέθοδο πρόκειται να αποκαλυφθεί και η παράσταση που κάποτε υπήρχε ζωγραφισμένη πάνω του!
Κάτι που σύμφωνα με τον εφημέριο, πρόκειται να γίνει σε σύντομο χρονικό διάστημα κι ελπίζει να παρουσιαστεί στις εκδηλώσεις του δεκαπενταύγουστου του 2012.
Πηγή: https://rethemnosnews.gr/2011/09/lr-122/